Position 5

Curabitur orci hendrerit In rhoncus iaculis ut Quisque convallis sem egestas. Curabitur quis wisi id Fusce neque sem Cras id Curabitur eros. Velit nec tempus ligula sed penatibus dui habitasse tellus Lorem Sed. Elit condimentum dapibus Phasellus Nunc turpis tristique tincidunt ac orci at. Dapibus scelerisque.

Η παιδική σχιζοφρένεια είναι μια σπάνια κατάσταση που συναντάται 50 φορές λιγότερο από ότι η σχιζοφρένεια που παρατηρείται στους ενήλικες.
Η κλινική εικόνα της σχιζοφρένειας αρχίζει να εμφανίζεται σε παιδιά ηλικίας 6-7 ετών. Σε μεγαλύτερες ηλικίες τα παιδιά που εμφανίζουν σχιζοφρένεια αυξάνονται. Η κλινική εικόνα της παιδικής σχιζοφρένειας χαρακτηρίζεται από την έλλειψη οργάνωσης και συστηματοποίησης του παραληρήματος.

Τα θέματα του παραληρήματος είναι συνήθως απλά με διωκτικό ή μεγαλομανιακό περιεχόμενο. Όσο η ηλικία του παιδιού αυξάνεται τόσο οι παραληρητικές ιδέες γίνονται περισσότερο οργανωμένες και περίπλοκες. Η σκέψη τους εμφανίζει ασυναρτησία και χάλαση συνειρμού, ενώ ο λόγος τους αρκετούς νεολογισμούς. Οι ψευδαισθήσεις που εμφανίζονται είναι συνήθως ακουστικές αλλά μπορεί να συνυπάρχουν οπτικές, κιναισθητικές, κ.ά. Συνυπάρχουν σοβαρές διαταραχές της προσοχής και της συγκέντρωσης και συνεπώς της μάθησης. Τελικά τα παιδιά με σχιζοφρένεια θα εμφανίσουν πτώση του νοητικού τους πηλίκου ως αποτέλεσμα της ανικανότητάς τους να αποκτήσουν νέες πληροφορίες και δεξιότητες.
Η παιδική σχιζοφρένεια ανήκει στις βαριές περιπτώσεις της νόσου αποτελώντας μία χρόνια ή υποτροπιάζουσα κατάσταση. Συνοδεύεται από σημαντική ανικανότητα στη προσαρμογή και γενικότερη ψυχική αποδιοργάνωση. Τα παιδιά με σχιζοφρένεια μεγαλώνοντας μοιάζουν με τους ενήλικες σχιζοφρενείς ως προς τα θετικά τους συμπτώματα, αλλά παρουσιάζουν περισσότερα αρνητικά συμπτώματα από αυτούς. Ένα 25-30% των παιδιών θα εμφανίσουν καλή εξέλιξη, ενώ το 70-75% δυσμενή. Η προνοσηρή λειτουργικότητα του παιδιού και η βαρύτητα των συμπτωμάτων κατά τη διάρκεια των οξέων επεισοδίων θεωρούνται προγνωστικοί δείκτες.
Η αντιμετώπιση της παιδικής σχιζοφρένειας απαιτεί την έναρξη αντιψυχωτικής φαρμακευτικής αγωγής καθώς και συνδυασμό ψυχοκοινωνικών παρεμβάσεων. Χρειάζεται να αντιμετωπιστούν τόσο προβλήματα που αφορούν την οικογένεια του παιδιού (π.χ. οικογενειακή δυσλειτουργία, υψηλό εκφραζόμενο συναίσθημα), όσο και προβλήματα που αφορούν το σχολείο (μαθησιακά προβλήματα, προβλήματα συμπεριφοράς). Ίσως χρειαστεί το παιδί να νοσηλευτεί για ένα διάστημα σε παιδοψυχιατρική κλινική για διαγνωστικούς και θεραπευτικούς λόγους. Κατά τη διάρκεια της νοσηλείας του παιδιού, επιβάλλεται να γίνει πλήρης οργανικός έλεγχος του παιδιού για τον αποκλεισμό σωματικών παθήσεων που μπορεί να εκδηλώνονται με συμπτώματα από την ψυχική σφαίρα (όγκος Κ.Ν.Σ., Νόσος Wilson). Επίσης, θα γίνει έναρξη της αντιψυχωσικής αγωγής η οποία μειώνει ή εξαφανίζει τα ψυχωτικά συμπτώματα, βοηθά στην πρόληψη των υποτροπών και βελτιώνει την λειτουργικότητα. Τα άτυπα αντιψυχωσικά φάρμακα είναι περισσότερο αποτελεσματικά από τα κλασικά στην αντιμετώπιση των αρνητικών συμπτωμάτων των ασθενών. Αυτό σε συνδυασμό με τις λιγότερες παρενέργειες που εμφανίζουν τα καθιστούν περισσότερο κατάλληλα από τα κλασικά, εξασφαλίζοντας καλύτερη συνεργασιμότητα των παιδιών στη θεραπεία. Εκτός από την φαρμακευτική αγωγή, για την ολόπλευρη αντιμετώπιση της σχιζοφρένειας χρησιμοποιούνται η ατομική ψυχοθεραπεία (π.χ. υποστηρικτική), θεραπεία ή ψυχοεκπαίδευση οικογένειας, συμβουλευτική γονέων κ.λπ.
Τα τελευταία χρόνια μελετώνται όλο και περισσότερο τα πρόδρομα σημεία για την ανάπτυξη σχιζοφρένειας. Κοινό εύρημα των ερευνών είναι οι αναπτυξιακές διαταραχές και τα προβλήματα συμπεριφοράς των παιδιών αυτών. Παρατηρείται καθυστέρηση στην ανάπτυξη του λόγου όπως και ιδιάζουσα χρήση των λέξεων. Συχνή είναι η διάσπαση προσοχής και η σχολική αποτυχία. Επιθετικότητα, έλλειψη αυτοελέγχου και κοινωνική απομόνωση είναι χαρακτηριστικά των «περίεργων» αυτών παιδιών που δεν έχουν φίλους και προκαλούν ανησυχία στους γονείς και στους δασκάλους. Ηθικά και δεοντολογικά ζητήματα προκύπτουν από την πρώιμη ανίχνευση παιδιών που διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο για την μετέπειτα ανάπτυξη σχιζοφρένειας. Αυτά αφορούν την αναγκαιότητα ή μη έναρξης θεραπευτικής αντιμετώπισης για ένα παιδί που δεν έχει αναπτύξει πλήρως την πάθηση, το άγχος των γονιών στην ανακοίνωση της πιθανής διάγνωσης καθώς και στη χρησιμότητα της πρώιμης αντιμετώπισης για τη συναισθηματική, νοητική και κοινωνική ανάπτυξη του παιδιού.