Ως έγκλειστα χαρακτηρίζονται εκείνα τα δόντια που δεν εμφανίζονται (δεν ανατέλλουν) στη στοματική κοιλότητα στον αναμενόμενο φυσιολογικό χρόνο, αλλά παραμένουν μέσα στη γνάθο.
Διακρίνουμε τα έγκλειστα και τα ημιέγκλειστα δόντια. Τα έγκλειστα δόντια περιβάλλονται πλήρως από ιστούς, ενώ τα ημιέγκλειστα προβάλλουν μερικώς στη στοματική κοιλότητα μέσα από τα ούλα.
Τα δόντια που συνηθέστερα είναι έγκλειστα είναι οι φρονιμίτες (78% των εγκλείστων δοντιών), που αλλιώς ονομάζονται σωφρονιστήρες ή 3οι γομφίοι. Ακολουθούν οι κυνόδοντες (13,9%) συνήθως της άνω γνάθου, οι προγόμφιοι (4,6%), οι μεσόδοντες (3,1%) και λοιπά δόντια (0,4%). Ως μεσόδοντες χαρακτηρίζονται κάποια υποπλαστικά δόντια που βρίσκονται έγκλειστα στη μέση γραμμή της υπερώας (του ουρανίσκου) κοντά στις ρίζες των κεντρικών άνω δοντιών (κεντρικοί τομείς).
Συμπτώματα
Τα έγκλειστα δόντια είναι συνήθως ασυμπτωματικά και η ύπαρξή τους διαπιστώνεται κατά τον ακτινογραφικό έλεγχο. Όμως η μακροχρόνια παραμονή εγκλείστων δοντιών στις γνάθους μπορεί να οδηγήσει σε παθολογικές καταστάσεις, όπως σε σχηματισμό κύστεων ή σπανιότερα σε νεοπλασματικές εξεργασίες εντός των κύστεων.
Τα συνηθέστερα προβλήματα δημιουργούνται από τα ημιέγκλειστα δόντια. Έτσι συχνά παρατηρείται φλεγμονή (περιστεφανίτιδα) σε αυτά τα δόντια με πόνο, ερυθρότητα των ούλων και οίδημα στην περιοχή, περιορισμό της διάνοιξης του στόματος.
Πώς προκαλείται
Συχνά κάποιο δόντι παραμένει έγκλειστο λόγω έλλειψης επαρκούς χώρου στο οδοντικό τόξο, γεγονός που το εμποδίζει να βρει τη θέση του δίπλα στα άλλα δόντια. Άλλη αιτία είναι η κακή φορά που μπορεί να έχει το δόντι καθώς προσπαθεί να ανατείλει.
Υπάρχουν όμως και καταστάσεις που αφορούν τη γενική υγεία του ατόμου που μπορεί να οδηγήσουν στην κλινική εικόνα των εγκλείστων δοντιών. Ειδικότερα σε κάποια σύνδρομα (π.χ. κλειδοκρανιακή δυσόστωση) παρατηρούνται πολλαπλά έγκλειστα δόντια, όπως και σε κάποιες παθήσεις που προσβάλλουν τα οστά (π.χ. χερουβισμός).
Τέλος, ορισμένες παθολογικές διεργασίες όπως π.χ. οι οδοντοφόρες κύστεις ή κάποιοι όγκοι που αναπτύσσονται στις γνάθους (αδαμαντινοβλάστωμα) μπορεί να εμποδίσουν την ανατολή των δοντιών.
Πρέπει όμως να πούμε ότι κάποιες φορές η αιτία της παραμονής εγκλείστων δοντιών στις γνάθους παραμένει άγνωστη.
Διάγνωση
Η διάγνωση γίνεται με βάση την κλινική εικόνα (π.χ. έλλειψη κάποιων δοντιών ή καθυστέρηση ανατολής), την ακτινογραφική εικόνα και το ιστορικό του ασθενούς.
Θεραπεία
Η αντιμετώπιση των εγκλείστων και ημιεγκλείστων δοντιών κρίνεται πάντοτε κατά περίπτωση. Λαμβάνονται υπ’ όψιν η ηλικία, η γενική κατάσταση της υγείας του ασθενούς, η θέση εγκλεισμού του δοντιού και άλλες παράμετροι.
Τα ημιέγκλειστα δόντια πρέπει να αφαιρούνται, γιατί οδηγούν πολύ συχνά σε φλεγμονές και μπορεί να βλάψουν και τα παρακείμενα δόντια.
Συνήθως απαιτείται χειρουργική εξαγωγή του δοντιού από κάποιον οδοντίατρο με εμπειρία στη χειρουργική στόματος ή από κάποιον γναθοχειρουργό. Σε περίπτωση που το ημιέγκλειστο δόντι (συνήθως φρονιμίτης) έχει δημιουργήσει φλεγμονή με πόνο, οίδημα της περιοχής, περιορισμό της διάνοιξης του στόματος κ.λπ. πρέπει πρώτα να αντιμετωπίζεται η οξεία φάση της φλεγμονής και εν συνεχεία να γίνεται η απομάκρυνση του δοντιού.
Σε περίπτωση που το έγκλειστο δόντι συνοδεύεται από παθολογική διεργασία θα πρέπει να γίνεται συνολική αντιμετώπιση της κατάστασης εκτός από την απομάκρυνση του δοντιού. Μπορεί να κριθεί αναγκαία η αντιμετώπιση σε νοσοκομειακό περιβάλλον.
Στην περίπτωση των εγκλείστων κυνοδόντων / προγομφίων θα πρέπει να εξετάζεται σε συνεργασία με κάποιον ορθοδοντικό το ενδεχόμενο της διευθέτησης του εγκλείστου δοντιού στο οδοντικό τόξο. Υπάρχει δηλαδή η πιθανότητα το δόντι να πάρει τη σωστή του θέση ανάμεσα στα άλλα δόντια αν ασκηθούν σε αυτό κατάλληλες ορθοδοντικές δυνάμεις. Προηγείται βέβαια η χειρουργική αποκάλυψη του δοντιού.
Αν πρόκειται για μεσόδοντες θα πρέπει αυτοί να αφαιρούνται, γιατί μπορεί να βλάψουν τις ρίζες των κεντρικών τομέων.
Σε ολικά έγκλειστα ασυμπτωματικά δόντια η χειρουργική εξαγωγή αποφασίζεται για ορθοδοντικούς λόγους, σε περίπτωση που είναι υπεράριθμα, σε περίπτωση που πρόκειται να κατασκευαστεί προσθετική εργασία (π.χ. γέφυρα) στην περιοχή και για προληπτικούς λόγους (αποφυγή ανάπτυξης παθολογικών διεργασιών μελλοντικά).
Αν διαπιστωθεί η ύπαρξη εγκλείστου δοντιού και δεν αποφασισθεί κάποια παρέμβαση, τότε αυτό θα πρέπει να ελέγχεται ακτινογραφικά ανά τακτά χρονικά διαστήματα.
Πρόληψη - Συμβουλές
Εάν παρατηρείτε την έλλειψη κάποιου δοντιού από το στόμα σας συνιστάται να επισκεφθείτε τον οδοντίατρο, ώστε να διαπιστωθεί ακτινογραφικά τι συμβαίνει. Καλό θα ήταν γύρω στην ηλικία 18 - 20 να γίνεται ακτινογραφικός έλεγχος, ώστε να διαπιστώνεται η θέση των σωφρονιστήρων και να αποφασίζεται ανάλογα, αν θα πρέπει να εξαχθούν ή αν η φορά τους και ο χώρος που υπάρχει είναι ικανοποιητικοί και θα επιτρέψουν την ομαλή ανατολή τους. Η ηλικία μεταξύ 18 και 25 ετών είναι η πιο κατάλληλη για την εξαγωγή των φρονιμιτών. Σε αυτή την ηλικία παρατηρούνται οι λιγότερες επιπλοκές κατά την επούλωση.