Σακχαρώδης διαβήτης τύπου Ι ορίζεται το μεταβολικό σύνδρομο που χαρακτηρίζεται από αυτοάνοση καταστροφή των β - κυττάρων του παγκρέατος με αποτέλεσμα τη παντελή έλλειψη ή την ελάχιστη έκκριση ινσουλίνης.

Ως αποτέλεσμα της ολικής ή μερικής έλλειψης ινσουλίνης η νόσος χαρακτηρίζεται από αιφνίδια κλινική εικόνα και απόλυτη εξάρτηση από τη χορήγηση εξωγενούς ινσουλίνης προκείμενου να εξασφαλισθεί όχι μόνον η υγειά αλλά και αυτή η ίδια η ζωή του ασθενούς.

Η ηλικία στην οποία παρατηρείται συχνότερα η έναρξη του διαβήτη τύπου Ι είναι μεταξύ 11 - 13 ετών, με την αρχή της εφηβείας.

Συμπτώματα

Ο διαβήτης τύπου Ι, παρουσιάζει πολυουρία, πολυδιψία, πολυφαγία χωρίς αύξηση σωματικού βάρους. Αντίθετα έχουμε απώλεια βάρους, καταβολή δυνάμεων.

Χαρακτηριστικά οι ασθενείς παραπονούνται ότι σηκώνονται τη νύκτα από το κρεβάτι τους για να πάνε στη τουαλέτα να ουρήσουν πολλές φορές (νυκτουρία). Επίσης οι διαβητικοί ασθενείς παρουσιάζουν θόλωση της όρασης και συχνές μυκητιάσεις.

Αιτιολογία

Ειδικά για το σακχαρώδη διαβήτη τύπου Ι, υπάρχει αυτοάνοσος μηχανισμός. Δηλαδή ανιχνεύονται στο αίμα του ασθενούς αντισώματα που στρέφονται εναντίον των β - κυττάρων του παγκρέατος, κυττάρων που είναι υπεύθυνα για την παραγωγή και την έκκριση ινσουλίνης.

Έτσι καταστρέφονται τα β - κύτταρα του παγκρέατος, με αποτέλεσμα την έλλειψη ινσουλίνης και την αύξηση της τιμής του σακχάρου στο αίμα.

Ο σακχαρώδης διαβήτης τύπου Ι, παρουσιάζει μικρή μεταβίβαση γενετικά. Έτσι μόνο 2% είναι η συχνότητα της άμεσης μεταβίβασης από ασθενή γονέα στα παιδιά του. Εδώ πρέπει να τονισθεί η σχέση του ινσουλινοεξαρτώμενου σακχαρώδη διαβήτη με άλλα αυτοάνοσα νοσήματα όπως θυρεοειδίτιδες.

Κατά καιρούς έχουν ενοχοποιηθεί και διάφοροι ιοί που καταστρέφουν μακροχρόνια τα β - κύτταρα του παγκρέατος.

Μετάδοση

Έχουν απομονωθεί οι λεγόμενοι «διαβητογόνοι γόνοι». Τα γονίδια αυτά βρίσκονται στο χρωμόσωμα 6.

Όταν εκφρασθούν τα γονίδια αυτά, τα άτομα θα παρουσιάσουν σακχαρώδη διαβήτη τύπου Ι σε ένα ποσοστό 30 - 40%.

Διάγνωση

Η διάγνωση γίνεται με την παρουσία των κλινικών συμπτωμάτων του σακχαρώδη διαβήτη που έχουν αναφερθεί καθώς και με τον εργαστηριακό έλεγχο της τιμής σακχάρου στο αίμα και στα ούρα. Έτσι γίνεται μια δοκιμασία, η λεγόμενη καμπύλη σακχάρου αίματος, όπου όταν ανιχνευθούν τιμές σακχάρου αίματος σε νηστεία μεγαλύτερες ή ίσες από 126mg/dl και δύο ώρες μετά τη φόρτιση με σάκχαρο μεγαλύτερες ή ίσες από 200mg/dl, τότε λέμε ότι το άτομο έχει σακχαρώδη διαβήτη.

Η φόρτιση γίνεται με τη χορήγηση 75gr σακχάρου από το στόμα.

Αντιμετώπιση

Η θεραπεία του διαβήτη τύπου Ι ουσιαστικά απαιτεί χορήγηση ινσουλίνης. Η ινσουλίνη γίνεται με υποδόριες ενέσεις.

Συνήθως γίνονται 2 δόσεις την ημέρα (στο 24ωρο), μια το πρωί και μια το απόγευμα. Η κυριότερη επιπλοκή της ινσουλινοθεραπείας είναι η υπογλυκαιμία.

Ο διαβητικός πρέπει να μπαίνει σε πρόγραμμα λήψης γευμάτων, σε τακτικό ωράριο από το οποίο δεν πρέπει να παρεκκλίνει. Εκτός της ινσουλινοθεραπείας υπάρχει και η δίαιτα που πρέπει να ακολουθείται. Έτσι η συνιστώμενη δίαιτα του διαβητικού πρέπει να αποτελείται κατά 25 - 30% από λίπη, 50 - 60% από υδατάνθρακες και 10 - 20% από πρωτεΐνες. Οι τροφές πρέπει να έχουν χαμηλή περιεκτικότητα σε χοληστερόλη και συνιστώνται τροφές πλούσιες σε λαχανικά (γενικά πράσινες τροφές).

Επίσης η συστηματική άσκηση βελτιώνει την ευαισθησία στην ινσουλίνη και ελαττώνει την τιμή του σακχάρου στο αίμα. Γι’ αυτό το λόγο η άσκηση πρέπει να γίνεται σε καθημερινή βάση, φυσικά χωρίς ακρότητες. Για παράδειγμα, αρκούν 15 λεπτά βαδίσματος.

Πρόληψη - Συμβουλές

Με την πρώτη επίσκεψη του ασθενούς στον ιατρό, απαιτείται ο τελευταίος να αφιερώσει ικανό χρόνο για να εξηγήσει στον ασθενή ότι ο σακχαρώδης διαβήτης δεν είναι τίποτε άλλο παρά μια διαταραχή του μεταβολισμού. Ο ιατρός πρέπει να ασχοληθεί συστηματικά με τον ασθενή και να τον πείσει να προσαρμοσθεί στον καινούργιο τρόπο ζωής που επιβάλλεται να ακολουθήσει.

Το ωράριο της ινσουλινοθεραπείας, η δίαιτά του, τα γεύματά του καθώς επίσης και η γυμναστική του πρέπει να γίνονται σε τακτικές ώρες. Ο διαβητικός πρέπει να κατανοήσει ότι αν ακολουθήσει τις ιατρικές οδηγίες και προσέχει τη διατροφή του, γυμνάζεται και κάνει την ινσουλίνη του διατηρώντας σάκχαρο στο αίμα του γύρω στα 80 - 110 mg/dl, δεν έχει να φοβηθεί τίποτα. Επίσης είναι αναγκαίος και ο τακτικός εργαστηριακός έλεγχος.

Επιπλοκές

Οι επιπλοκές του σακχαρώδους διαβήτη τύπου Ι, χωρίζονται σε οξείες και χρόνιες.

Οι οξείες επιπλοκές είναι:

Α) Διαβητική κετοξέωση, μια πολύ σοβαρή επιπλοκή ιδιαίτερα του ινσουλινοεξαρτώμενου σακχαρώδους διαβήτη. Χαρακτηριστικά ο ασθενής με διαβητική κετοξέωση παρουσιάζει ταχύπνοια, αφυδάτωση, απόπνοια ακετόνης (η αναπνοή του έχει οσμή σάπιων φρούτων) και μεταβολές του επιπέδου συνείδησης που μπορεί να εκτείνονται από διαταραχή του προσανατολισμού, υπνηλία έως και κώμα. Η εργαστηριακή διάγνωση της κετοξέωσης αφορά την υπεργλυκαιμία, την παρουσία κετονικών σωμάτων στα ούρα και στο αίμα και την οξέωση (ph κάτω του 7.20, HCO3 κάτω των 15 mEq/L). Η θεραπεία της διαβητικής οξέωσης πρέπει να είναι ταχεία διότι ο ασθενής κινδυνεύει να πεθάνει.

Β) Υπεροσμωτικό μη κετωνικό κώμα, όπου ο ασθενής παρουσιάζει διαταραχές του επιπέδου συνείδησης, υπεργλυκαιμία χωρίς παρουσία κετονικών σωμάτων, είτε στο αίμα είτε στα ούρα.

Οι χρόνιες επιπλοκές είναι:

Α) Διαβητική μικρο - μακροαγγειοπάθεια, όπου βλάπτονται μικρά και μεγάλα αγγεία με πάχυνση της βασικής μεμβράνης και αυξημένη διαπερατότητα των τριχοειδών. Συχνότερο παράδειγμα είναι η διαβητική αμφιβληστροειδοπάθεια όσον αφορά τα μικρά αγγεία.

Β) Διαβητική νεφροπάθεια που χαρακτηρίζεται από υπέρταση, οιδήματα, αυξημένη πρωτεΐνη στα ούρα και διαφόρου βαθμού νεφρική ανεπάρκεια.

Γ) Διαβητική νευροπάθεια.

Δ) Μεγάλη ευαισθησία στις λοιμώξεις.

Ε) Έλκη ποδιών.

Ομάδες υψηλού κινδύνου

Το 20% των εμβρύων που θα προσβληθούν από τον ιό της ερυθράς και θα αναπτύξουν συγγενή ερυθρά θα νοσήσουν αργότερα από σακχαρώδη διαβήτη.